Άρθρωση
Οι
σημειωτικοί κώδικες ποικίλλουν
σε συνθετότητα δομής ή σε 'άρθρωση'. Ο όρος άρθρωση,
όπως
χρησιμοποιείται από τους σημειωτιστές με
αναφορά στη 'δομή του κώδικα', προήλθε από
την στρουκτουραλιστική γλωσσολογία του Martinet.
Ο όρος μπορεί να
είναι παραπλανητικός, αφού
η καθημερινή του χρήση μπορεί να οδηγήσει
κάποιον να υποθέσει ότι σχετίζεται με το
πόσο 'έναρθρα' είναι τα άτομα. Εικάζεται
ότι εξ αιτίας της πιθανής αυτής σύγχυσης,
οι θεωρητικοί
γλωσσολόγοι έχουν γενικά εγκαταλείψει τη
χρήση του όρου άρθρωση με τη στρουκτουραλιστική έννοια, προτιμώντας
να αναφέρονται στο 'δυαδισμό της σχεδίασης',
αλλά οι σημειωτιστές συνεχίζουν να
χρησιμοποιούν τον όρο. Η
σημειωτική του χρήση συνδέεται στενότερα
μάλλον με την έννοια που τα φορτηγά μπορούν
να 'αρθρωθούν' – δηλαδή, έχουν
διακεκριμένα τμήματα που συνδέονται μεταξύ
τους. Ο Pierre
Guiraud σχολιάζει στο
θέμα της σημειωτικής άρθρωσης:
Ένα
μήνυμα είναι αρθρωτό αν μπορεί να
διασπασθεί σε στοιχεία που έχουν σημασία
καθεαυτά
Ακολουθώντας το υπόδειγμα του προφορικού λόγου
, ένας αρθρωτός κώδικας έχει ένα 'λεξιλόγιο' βασικών μονάδων μαζί με συντακτικούς κανόνες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να παράγουν μεγαλύτερους συνδυασμούς με νόημα (Innis 1986, 88-9, 99-102). Ένας σημειωτικός κώδικας που έχει 'διπλή άρθρωση' (όπως είναι η περίπτωση του προφορικού λόγου) μπορεί να αναλυθεί σε δύο αφηρημένα δομικά επίπεδα: ένα υψηλότερο επίπεδο που λέγεται 'το επίπεδο της πρώτης άρθρωσης' και ένα χαμηλότερο επίπεδο – 'το επίπεδο της δεύτερης άρθρωσης' (ίδε Noth 1990, στη δουλειά του οποίου βασίζεται το παρόν, και επίσης Eco 1976, 231ff). Τα σήματα της τροχαίας δεν έχουν διπλή άρθρωση, αλλά αντί θα θεωρηθεί ότι δεν έχουν άρθρωση, αναφέρεται συνήθως ότι έχουν μόνο πρώτη άρθρωση. Στο επίπεδο της πρώτης άρθρωσης το σύστημα αποτελείται από τις μικρότερες μονάδες σημασίας που διατίθενται (π.χ. μορφήματα ή λέξεις σε μια γλώσσα). Αυτές οι μονάδες σημασίας είναι τέλεια σημεία, όπου το καθένα αποτελείται από ένα σημαίνον και ένα σημαινόμενο. Όπου οι κώδικες έχουν επαναλαμβανόμενες μονάδες με σημασία (όπως στο εικονόγραμμα των ολυμπιακών αθλημάτων και στα σύμβολα συντήρησης των υφασμάτων), έχουν μια πρώτη άρθρωση. Σε συστήματα με διπλή άρθρωση, τα σημεία αυτά δημιουργούνται από στοιχεία χαμηλοτέρου επιπέδου άρθρωσης.Στο επίπεδο της δεύτερης άρθρωσης
, ένας σημειωτικός κώδικας διαιρείται σε ελάχιστες λειτουργικές μονάδες που δεν έχουν νόημα καθεαυτές (π.χ. φωνήματα σε γλώσσα ή γραφήματα στη γραφή). Αυτές οι καθαρά διαφορετικές δομικές μονάδες (που ονομάζονται φιγούρες από τον Hjelmslev) είναι επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά του κώδικα. Δεν είναι σημεία καθεαυτά (ο κώδικας πρέπει να έχει ένα πρώτο επίπεδο άρθρωσης για να συνδέει αυτές τις χαμηλότερες μονάδες σε σημεία με νόημα). Αυτές οι χαμηλότερες μονάδες είναι στοιχεία του σημείου χωρίς νόημα. Σε έναν κώδικα με δύο επίπεδα (ένα σύστημα 'διπλής άρθρωσης'), η λειτουργία των χαμηλότερων αυτών σημείων είναι σαφώς να διαφοροποιεί τις ελάχιστες μονάδες με σημασία. Σε γλώσσες, τα φωνήματα /δ/, /σ/ και /π/ είναι στοιχεία της δεύτερης άρθρωσης, της οποίας η λειτουργία είναι να διακρίνει μεταξύ λέξεων, όπως είναι οι /δώμα/, /σώμα/ και /πώμα/, που αποτελούν στοιχεία της πρώτης άρθρωσης της γλώσσας.Οι σημειωτικοί κώδικες έχουν είτε μονή άρθρωση
, διπλή άρθωση ή δεν έχουν άρθρωση. Οι παραδοσιακοί ορισμοί αποδίδουν διπλή άρθρωση μόνο στην ανθρώπινη γλώσσα, για την οποίαν αυτό θεωρείται ως βασικό σχεδιαστικό χαρακτηριστικό. Η διπλή άρθρωση επιτρέπει σε ένα σημειωτικό κώδικα να σχηματίσει έναν άπειρο αριθμό συνδυασμών που έχουν νόημα χρησιμοποιώντας έναν μικρό αριθμό μονάδων χαμηλού επιπέδου (προσφέροντας οικονομία και ισχύ): αυτή είναι αρχή της 'σημειωτικής οικονομίας'. Η αγγλική γλώσσα έχει μόνο περίπου 40 έως 50 στοιχεία δεύτερης άρθρωσης (φωνήματα), αλλά αυτά μπορούν να δημιουργήσουν εκατοντάδες χιλιάδες γλωσσικά σημεία. Διπλή άρθρωση δεν είναι απαραίτητο να απαντάται στα συστήματα φυσικής επικοινωνίας των άλλων ζώων πλήν των ανθρώπων. Όσον αφορά άλλα ανθρώπινα σημειωτικά συστήματα με διπλή άρθρωση, ο Noth γράφει ότι αυτά περιλαμβάνουν συστηματικούς κώδικες, όπως αυτοί που χρησιμοποιούνται σε βιβλιοθηκονομικούς ή αποθηκευτικούς καταλόγους και 'πολλούς κώδικες επεξεργασίας στοιχείων'. Προσθέτει ότι «έχει γίνει πολλή συζήτηση για τη δομή των κωδίκων στην αρχιτεκτονική, τη φωτογραφία, τον κινηματογράφο, τη γλώσσα των κωφών και την αφηγηματική, αλλά δεν έχει εξαχθεί πειστικό συμπέρασμα όσον αφορά την άρθρωση αυτών των κωδίκων» (e-mail 12/8/97). Η Suzanne Langer υποστηρίζει ότι «η φωτογραφία δεν έχει λεξιλόγιο» ούτε και τα άλλα οπτικά μέσα όπως η ζωγραφική ή το σχέδιο.Ένας συμβολισμός με τόσα στοιχεία
, τόσες μυριάδες σχέσεις, δε μπορεί να διασπασθεί σε τόσο βασικές μονάδες. Είναι αδύνατον να βρεθεί το μικρότερο ανεξάρτητο σύμβολο και να αναγνωριθεί η ταυτότητά του, όταν η ίδια μονάδα απαντάται σε άλλα πλαίσια… Υπάρχει, βέβαια μια τεχνική για την απεικόνιση αντικειμένων, αλλά οι νόμοι που διέπουν την τεχνική αυτή, δεν μπορούν κανονικά να ονομάζονται 'σύνταγμα', αφού δεν υπάρχουν πράγματα που μπορεί να ονομασθούν, μεταφορικά, οι λέξεις της απεικόνισης (στον Innis 1986, 101)Μερικοί
κώδικες έχουν μόνο πρώτο επίπεδο άρθρωσης
Άλλοι σημειωτικοί κώδικες που δεν έχουν διπλή άρθρωση έχουν δεύτερη άρθρωση μόνο
. Αυτή συνίσταται από σημεία που έχουν ειδική έννοια, που δεν προέρχεται από τα στοιχεία της. Διαιρούνται μόνο σε φιγούρες (ελα χιστότατες λειτουργικές μονάδες). Ο Noth προτείνει ότι «ο ισχυρότερος κώδικας με δεύτερη άρθρωση μόνο είναι ο δυαδικός κώδικας της πληροφορικής» (e-mail, 12/8/97): έχει μόνο δύο ελαχιστότατες λειτουργικές μονάδες, το 0 και το 1, αλλά αυτές οι μονάδες μπορούν να συνδυαστούν για να δημιουργήσουν αριθμούς, γράμματα και άλλα σημεία. Ένα λιγότερο ισχυρό σύστημα με μόνο δεύτερη άρθρωση είναι αυτό των κωδίκων πρόσβασης για βιβλία που είναι απλώς σειριακοί αριθμοί.Οι κώδικες χωρίς άρθρωση αποτελούνται από μια σειρά σημείων που δεν έχουν άμεση σχέση μεταξύ τους
. Τα σημεία αυτά δε διαιρούνται σε επαναλαμβανόμενα συνθετικά στοιχεία. Η φολκλορική 'γλώσσα των λουλουδιών' είναι ένας κώδικας χωρίς άρθρωση, αφού κάθε τύπος λουλουδιού είναι ένα ανεξάρτητο σημείο, που δεν έχει σχέση με τα άλλα σημεία στον κώδικα. Άναρθροι κώδικες, που έχουν μη επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά, είναι 'μη οικονομικοί'. Ο Umberto Eco επιμένει ότι οι αρθρώσεις των σημειωτικών συστημάτων δεν είναι κατ’ ανάγκην σταθερές, αλλά μπορεί να είναι 'κινητές' (Eco 1976, 231, 233-4). Μερικοί θεωρητικοί πρότειναν περισσότερα από δύο επίπεδα άρθρωσης, αλλά ο Guiraud ισχυρίζεται ότι:Οι δύο αρθρώσεις δεν πρέπει να εξετάζονται σε όρους συντακτικών επιπέδων