Τα περισσότερα χαρακτηριστικά της γενικής διαδικασίας οπτικής αντίληψης φαίνεται να είναι σχεδόν οικουμενικά αντί να εξαρτώνται από την κουλτούρα. Πάντως, μερικά χαρακτηριστικά μοιάζει να υπόκεινται σε κάποιο βαθμό πολιτιστικής μεταβλητότητας.
Ο καθένας νομίζει ότι υφίσταται μερικές οφθαλμαπάτες, όπως το να βλέπει γκρίζες περιοχές στις διασταυρώσεις αυτού που ονομάζεται Hermann Grid (δικτυωτό του Hermann)...
Μερικές άλλες οφθαλμαπάτες μοιάζει να μεταβάλλονται με την κουλτούρα. Ένα παράδειγμα είναι η οφθαλμαπάτη Mόller-Lyer….
Η οφθαλμαπάτη είναι
πολύ γνωστή – οι περισσότεροι από μάς
συνειδητοποιούν ότι οι κάθετες γραμμές εδώ
έχουν ακριβώς το ίδιο μέγεθος, αλλά
η δεξιά γραμμή μοιάζει να είναι ουσιωδώς
μακρύτερη. Μια
εξήγηση του γιατί το δεξιό σχέδιο φαίνεται
να είναι τόσο μακρύτερο, αφορά
την ερμηνεία του βάθους των εικόνων.
Η δεξιά φιγούρα
μπορεί να ερμηνευθεί εύκολα ότι
αντιπροσωπεύει την εσωτερική γωνία του
δωματίου, ενώ
το αριστερό σχέδιο με το σχήμα βέλους
φαίνεται ως η εξωτερική γωνία ενός
κτιρίου. Ως
εσωτερική γωνία η δεξιά φιγούρα μπορεί να
μοιάζει πιο κοντά (και
συνεπώς μεγαλύτερη) από
την εξωτερική γωνία.
Πειράματα που έγιναν το
Πειράματα
, τα λεγόμενα ‘επιλεκτικής ανατροφής’ έχουν διεξαχθεί, που συνίστανται στην ανατροφή ζώων υπό συνθήκες που τα εκθέτουν μόνο σε μερικά είδη αντιληπτικών εμπειριών, όπως είναι οι αποκλειστικά κάθετες ή οριζόντιες γραμμές. Ενώ τα πειράματα αυτά διεξήχθησαν σε ζώα, οι Coren et al. (1994) ισχυρίζονται, ότι ο τρόπος, που πολλά ανθρώπινα όντα ανατρέφονται επιλεκτικά σε ορθογώνια (ή ξυλουργικά) αστικά περιβάλλοντα (ίδε Segall, Campbell & Herskovits 1996), όπου οι κάτοικοι εκτίθενται συχνά σε γραμμές κάθετης η οριζόντιας κατεύθυνσης μπορεί να είναι σχετικός με το πείραμα αυτό. Οι Coren et al. σημειώνουν ότι η ανθρώπινη όραση επιδεικνύει μια μεροληψία προς τις οριζόντιες και τις κάθετες γραμμές μάλλον παρά προς τις πλάγιες (Coren et al. 1994, 587). Σε πειράματα που διεξήχθησαν από τους Hirsch (1972) και Blasdel et al. (1977), γατάκια που μεγάλωσαν βλέποντας αποκλειστικά κάθετες γραμμές είχαν μετρήσιμα χαμηλότερη οπτική οξύτητα για γραμμές άλλων κατευθύνσεων.Μιά άλλη γνωστή οφθαλμαπάτη μεγέθους ονομάζεται απλά η ‘οριζοντιο
-κάθετη’ οφθαλμαπάτη. Φαίνεται παρακάτω….
Οι γραμμές έχουν ίσο μήκος
, αλλά η κάθετη φαίνεται μακρύτερη. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, επειδή η κάθετη γραμμή φαίνεται να υποχωρεί σε βάθος. Η οφθαλμαπάτη μπορεί να είναι ισχυρότερη σε άτομα εξοικειωμένα με ευθείες γραμμές, που υποχωρούν σε μεγάλη απόσταση. Υποστηρίχθηκε ότι οι άνθρωποι, που ζούν σε περικλεισμένους χώρους, όπως είναι τα δάση, που δεν έχουν συνηθίσει σε μεγάλους ανοικτούς χώρους και που έχουν λίγες ευκαιρίες να δουν τον ορίζοντα ή μεγάλες αποστάσεις, θα ήταν λιγότερο επιρρεπείς στην οριζοντιο-κάθετη οφθαλμαπάτη από αυτούς με μακρά ανεμπόδιστη θέα. Οι Segall, Campbell και Herskovits (1966) βρήκαν ότι οι άνθρωποι, που ζούσαν σε πολύ ανοικτά αγροτικά περιβάλλοντα, έτειναν να πέφτουν πολύ περισσότερο θύματα στην οριζοντιο-κάθετη οφθαλμαπάτη από άλλους. Σε πολύ ανοικτά περιβάλλοντα το ύψος ενός επιπέδου αποτελεί κύρια ένδειξη βάθους.Ο ανθρωπολόγος
Colin Turnbull περιέγραψε αυτό που συνέβη στο πρώην Kογκό, όταν ένας πυγμαίος BaMbuti, που ζούσε συνήθως σε ένα πυκνό δάσος Ituri (με μικρά μόνο ξέφωτα), πήγε μαζί του στην πεδιάδα:
Και τότε είδε τα μπούφαλο
, να
μασουλάνε τεμπέλικα μερικά μίλια μακρυά,
κάτω. Γύρισε
προς εμένα και μου είπε: ‘Τι
έντομα είναι αυτά;’
Στην αρχή δεν κατάλαβα καθόλου τι εννοούσε
, ώσπου συνειδητοποίησα ότι η δασική όραση είναι τόσο περιορισμένη, που δεν υπάρχει μεγάλη ανάγκη να κάνει κανείς αυτόματη προσαρμογή για την απόσταση, όταν κρίνει το μέγεθος. Εκεί έξω στην πεδιάδα, ο Kenge έβλεπε για πρώτη φορά προφανώς ατέλειωτα μίλια ασυνήθιστων λειβαδιών, με ούτε ένα δέντρο που να αξίζει το όνομά του, για να του δώσει βάση σύγκρισης….Όταν είπα στον
Kenge ότι τα έντομα ήταν μπούφαλοι, ξέσπασε σε γέλια και μου είπε να μην του λέω τόσο ηλίθια ψέμματα. (Turnbull 1963, 217)
Επειδή ο Kenge
δεν είχε εμπειρία
θέασης τόσο μακρυνών αντικειμένων,
τα είδε απλώς ως
μικρά.
Σε μια μελέτη που καταγράφηκε το
Τα αποτελέσματα του
Hudson έδειχναν ότι στις πρώτες τάξεις του δημοτικού όλα τα παιδιά δυσκολεύονταν να αντιληφθούν τις εικόνες ως τρισδιάστατες κι έλεγαν ότι ο κυνηγός κατηύθυνε τη λόγχη του σε οτιδήποτε ήταν ευθυγραμμισμένη, ασχέτως των ενδείξεων βάθους. Στο τέλος του δημοτικού, όλα σχεδόν τα παιδιά ευρωπαίων ερμήνευαν τις εικόνες τρισδιάστατα, αλλά μερικά παιδιά Bantu και από τη Γκάνα εξακολουθούσαν να τείνουν να τις βλέπουν ως δισδιάστατες, και το ίδιο έκαναν κι οι αγράμματοι εργάτες, είτε Bantu είτε ευρωπαίοι, και τα παιδιά ινδών στην νότιο Αφρική.Ο
Hudson συμπέρανε ότι ‘η τυπική εκπαίδευση δεν αποτελεί κατά κανόνα τον κύριο καθοριστικό παράγοντα της αντίληψης εικόνων. Η άτυπη εκπαίδευση στο σπίτι κι η συνήθης έκθεση σε εικόνες παίζουν έναν πολύ μεγαλύτερο ρόλο’ (αναφέρεται στο Cole & Scribner 1974, 68). Η επάρκεια των ευρημάτων του Hudson έχει αμφισβητηθεί, αφού μεγαλύτερη επιτυχία επετεύχθη, όταν ζητήθηκε από τα άτομα να αντιδράσουν κάνοντας μοντέλα (ibid., 69-70). Αλλά παραμένει σαφές, ότι οι εικονικές συμβάσεις που εκπροσωπούν το βάθος, τις οποίες οι εγγράμματοι ευρωπαίοι ενήλικες θεωρούν δεδομένες, πρέπει να εκμαθηθούν.Κοιτάξτε την παρακάτω εικόνα….
Πολλοί άνθρωποι που τους ζητήθηκε να δώσουν μια γρήγορη περιγραφή της εικόνας αυτής
, έτειναν να την περιγράψουν ως ένα σύνολο σκαλιών που ανεβαίνουν και άλλο ένα που κατεβαίνουν, με τα αριστερά σκαλιά να ανεβαίνουν και τα δεξιά να κατεβαίνουν. Η αντίδραση αυτή είναι πιθανό να επηρεάζεται από το δυτικό τρόπο ανάγνωσης από αριστερά προς τα δεξιά.Εδώ είναι ένα περίφημο ‘αδύνατο αντικείμενο’ γνωστό μερικές φορές ως το δικριάνι του διαβόλου…
Αφού το κοιτάξετε για μερικές στιγμές
, γυρίστε και προσπαθείστε να το σχεδιάσετε. Υπάρχουν τρία δόντια ή μόνο δύο; Δεν είναι εκπληκτικό, που ο αριθμός αυτός αναφέρεται μερικές φορές με το παράδοξο όνομα ‘η δικέρατη τρίαινα’. Είναι ένα αδύνατο αντικείμενο, αφού δε θα μπορούσε να κατασκευασθεί σε τρεις διαστάσεις - μοιάζει απλώς να είναι τρισδιάστατο εκ πρώτης όψεως. Πρέπει να κοιτάξεις πολύ προσεκτικά, για να το συνειδητοποιήσεις. Αυτή η εικόνα συγχέει πολλούς δυτικούς παρατηρητές. Η σύγχυση ορμάται από την προσπάθεια να το ερμηνεύσουν ως τρισδιάστατο σχήμα. Ο Deregowski (1969) βρήκε ότι οι άνθρωποι που συνήθως αποδίδουν τρισδιάστατο χαρακτήρα στις εικόνες είχαν μεγαλύτερη δυσκολία στην αναπαραγωγή της εικόνας αυτής, από τους ανθρώπους που δεν προσπαθούσαν να επιβάλλουν τρίτη διάσταση στις εικόνες. Όσο βραχύτερα τα δόντια τόσο δυσκολότερα μας εξαπατούν, το οποίο συνεπάγεται ότι στην εκδοχή που μας εξαπατά είμαστε λιγότερο ικανοί να συνδέσουμε το ένα μέρος με το άλλο.Η ακόλουθη εικόνα είναι ένα αδύνατο αντικείμενο που εφεύραν οι
L S και R Penrose...
Είναι πιθανό η ίδια ακριβώς διαδικασία να συμβαίνει εδώ
. Ενώ κάθε μια από τις διασταυρώσεις βγάζει νόημα μόνη της, τα μέρη δε θα μπορούσαν να ενωθούν φυσικά. Έχουμε την ισχυρή οφθαλμαπάτη της τρίτης διάστασης, επειδή δεν παρατηρούμε αρχικά πώς τα μέρη σχετίζονται μεταξύ τους.Άλλο ένα αδύνατο αντικείμανο είναι αυτό
(επίσης εφευρημένο από τους L S και R Penrose).
Μόνο ένας ανάλγητος γονιός θα το πρότεινε ως πρόγραμμα για τουβλάκια Lego για κάποιο παιδί! Ο ολλανδός γραφίστας Escher παρήγε αρκετές παραλλαγές στο θέμα αυτό. Ιδού μια λεπτομέρεια ενός από αυτά…
Η αντίληψη του βάθους
, και ειδικά οι πολιτιστικοί παράγοντες που θίγονται εδώ με συντομία, υποδεικνύουν ότι η οπτική αντίληψη είναι κατά ένα τουλάχιστον μέρος επίκτητη. Υπάρχουν άλλες αποδείξειγια ς για κάτι με το οποίο δεν ασχολούμαστε καθόλου εδώ: συγκεκριμένα, την ανάπτυξη της αντίληψης στην παιδική ηλικία. Αυτή αποτελεί τυπικό θέμα συζήτησης στα εγχειρίδια ψυχολογίας.Ένα άλλο είδος απόδειξης αφορά τους ενήλικες
, που μαθαίνουν να προσαρμόζουν τεχνητά την αντίληψή τους χρησιμοποιώντας ειδικά μηχανήματα. Ένας αριθμός πειραμάτων εξερεύνησε την αντιληπτική μάθηση σχεδιάζοντας και χρησιμοποιώντας διάφορα είδη κυάλια, που μεταβάλλουν τον τρόπο που φαίνονται τα πράγματα σαυτούς που τα φορούν. Μερικές φορές τα κυάλια περιστρέφουν το οπτικό πεδίο τόσο, που κάθε τι μοιάζει, επί παραδείγματι, να είναι ανάποδα η να έχει μετακινηθεί στην μια πλευρά. Ένα πρίσμα χρησιμοποιείται συχνά. Τα κυάλια φοριούνται καμμιά φορά επί κάμποσες εβδομάδες. Αυτοί που τα φορούν αναφέρουν κατά κανόνα ότι ο κόσμος στην αρχή τους φαίνεται πολύ ασταθής. Κάποιοι άνθρωποι μπορούν να εξασκούν απλές δεξιότητες μετά από μερικά μόνο λεπτά άσκησης. Μετά από μερικές ημέρες είναι συχνά πιθανό να κάνουν πράγματα όπως το να οδηγούν ποδήλατο, και μετά από μερικές εβδομάδες ακόμη και το σκι μπορεί να είναι δυνατό, γιαυτούς που μπορούσαν να κάνουν σκι προηγουμένως. Αφού βγάλουν τα κυάλια, ο κόσμος μοιάζει πάλι ασταθής, αλλά κατά κανόνα η ανάρρωση συντελείται μέσα σε μια περίπου ώρα. Μπορείτε να προσομοιώσετε τα πρώτα στάδια της χρησιμοποίησης τέτοιων κυαλιών κοιτάζοντας μέσα σε έναν καθρέφτη, που τον έχετε ακουμπήσει υπό γωνίαν στο μέτωπό σας, προσπαθώντας να κάνετε κάτι, όπως το να χύσετε νερό σε ένα φλυτζάνι.
Daniel Chandler, UWA
July 1997