Η αμεσότητα του βλέμματος σχετίζεται στενά με το θέμα της οπτικής γωνίας της φωτογραφικής μηχανής
. Σε ένα πείραμα που αναφέρεται στην Ψυχολογία της Τηλεοπτικής Εικόνας, ο Jon Baggaley βρήκε ότι ένα πρόσωπο που μιλούσε για ένα λεπτό περί νόμου και τάξεως εθεωρείτο ‘λιγότερο αξιόπιστο και ειδήμον’ όταν κοίταζε κατ’ευθείαν προς το φακό παρά αν εμφανιζόταν προφίλ. Σχολιάζει:. Τα δεδομένα μας, όμως, εισηγούνται το αντίθετο. Αν έπρεπε να εξαχθεί ένας γενικός νόμος για τα φαινόμενα αυτά θα έπρεπε να είναι ως εξής: ότι μια λήψη κατά πρόσωπο σημαίνει λιγότερη γνώση από μια πλάγια λήψη, αφού στις συνήθεις εκπομπές αυτοί που εμφανίζονται στην κάμερα κατά πρόσωπο είναι τυπικά δημοσιογράφοι και άλλα πρόσωπα, που μεταδίδουν ειδήσεις και πληροφορίες που μάλλον δεν εκπορεύονται από αυτούς. Τον ειδήμονα από την άλλη πλευρά τον βλέπουν είτε σε συνέντευξη ή σε συζήτηση, καθισμένο πλαγίως. Εκτός αν ο ομιλητής μπορεί να υποτεθεί ότι είναι ειδήμων σε κάποια βάση – για την οποίαν..οι συμβατικοί δημοσιογράφοι της τηλεόρασης δεν είναι –είναι πιθανότερο να θεωρηθεί ειδήμων και αξιόπιστος σαυτά που λέει αν τον βλέπουν προφίλ παρά αν κοιτάζει κατ’ ευθείαν προς το φακό. (Baggaley 1980, 28-30)Η διαίσθηση μπορεί να εισηγείται ότι η κατ’ευθείαν λήψη της κάμερας θα συμπαραδήλωνε αμεσότητα της προσέγγισης με τις συνακόλουθες ιδιότητες της αυθεντίας και της αξιοπιστίας
Η
Baggaley πρόσθεσε ότι ένας άλλος λόγος για τον οποίον οι πλάγιες στάσεις στην τηλεόραση έκαναν τους ομιλητές να θεωρούνται ως περισσότερο ειδήμονες μπορεί οφείλεται στο ότι, εκεί που χρησιμοποιείται βοήθημα ανάγνωσης, η ευθεία γωνία μπορεί να το κάνει εμφανέστερο, ενώ «στην πλαγία θέση, τα σημάδια χρήσης βοηθήματος που προδίδονται από τα μάτια του ηθοποιού, είναι λιγότερο εμφανή» (ibid., 67). Ακόμη κι αν δε χρησιμοποιείται βοήθημα ανάγνωσης, η ‘ασυνήθιστη ένταση’ της επαφής του βλέμματος του ομιλητή με το θεατή μπορεί να τείνει να μειώσει την αξιοπιστία του (ibid., 30). Αυτό μπορεί να μην ισχύει, πάντως, στην περίπτωση ενός επιδέξιου ηθοποιού που θα μπορούσε να μεταχειριστεί την κάμερα ως «το ρεπερτόριο των παροδικών βλεμμάτων και ματιών που θα ήθελε να χρησιμοποιήσει σε κανονικές ‘μη προγραμματισμένες’ κοινωνικές αλληλοδράσεις, διακριτικά μεταβαλλοντας την επαφή των ματιών ακόμη κι όταν διαβάζει από ένα βοήθημα ανάγνωσης» (ibid.). Το βλέμμα μπορεί να δηλώνει πρόθεση πειθούς (Argyle 1975, 161). Ίσως είναι χρήσιμο να σημειωθεί εδώ ότι ένα άλλο τηλεοπτικό περιβάλλον, στο οποίο χρησιμοποιείται η άμεση προσαγόρευση, είναι συχνά οι διαφημίσεις, οι πειστικοί στόχοι των οποίων καθιστούν τους ενήλικους θεατές κατά κανόνα επιφυλακτικούς και καχύποπτους, αν και στην κατά πρόσωπο αλληλόδραση «αυτοί με τα υψηλότερα επίπεδα βλέμματος θεωρούνται ειλικρινέστεροι και πιο αξιόπιστοι, κι είναι πράγματι πιο πειστικοί» (ibid.).Ο
Peter Warr και ο Christopher Knapper βρήκαν ότι σημαντικές διαφορές στις αντιλήψεις των θεατών δημιουργήθηκαν από ευθείες φωτογραφίες σε σύγκριση με πλάγιες φωτογραφίες, αν και καμιά άποψη δεν δημιουργούσε περισσότερο ευνοϊκές ή ακραίες εντυπώσεις (Warr & Knapper 1968, 307).Η εμπειρική μελέτη μιας διαφήμισης κατέληξε στο ότι οι ευθείες όψεις συντελούν περισσότερο σε ταύτιση σε σχέση με τις πλάγιες όψεις
(Galan 1986, cited in Messaris 1997, 47). Ακολουθώντας μια μεγάλη επισκόπηση ερευνών, ο Cappella ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι πιθανόν να έχουν μιαν ενδογενή κλίση να συμπάσχουν αντιδρώντας στην έκφραση της συγκίνησης που καθρεφτίζεται στο πρόσωπο των άλλων (Capella 1993, cited in Messaris, 47), και ο Messaris προτείνει ότι ένα ευθύ βλέμμα είναι πιθανό να ενισχύσει την πιθανότητα και της συμπαθειας και της ταυτοποίησης.Οι
Gunther Kress και Theo van Leeuwen συζήτησαν επίσης το θέμα της υιοθέτησης είτε μιας ευθείας γωνίας είτε μιας πλάγιας γωνίας σε σκηνές που έχουν ήδη γραμμικό προσανατολισμό. Όπου υπάρχουν ευθείες γραμμές σε μια σκηνή (όπως στις εξωτερικές ή εσωτερικές άκρες ενός κτιρίου ή στους ανθρώπους που στέκονται σε ουρά) ο παραγωγός-εικόνας έχει την επιλογή να διαλέξει την ευθεία γωνία στην οποία τέτοιες γραμμές είναι παράλληλες προς το πλάνο της εικόνας ή να στρέψει την οριζόντια γωνία της απεικόνισης προς μια πιο πλάγια άποψη. Οι Kress και van Leeuwen ισχυρίζονται ότι η οριζόντια γωνία που υιοθετείται εκφράζει το «αν ή όχι ο παραγωγός-εικόνας (και ως εκ τούτου, θέλοντας και μη, ο θεατής) ‘’εμπλέκεται’’ με τα αναπαριστώμενα μέλη ή όχι» (Kress & van Leeuwen 1996, 143), με τη μετωπική γωνία να αναπαριστά εμπλοκή και την πλάγια γωνία να παριστά αποστασιοποίηση. Πάντως, δεν αναφέρουν εμπειρικές μελέτες εις επιρρωσιν του επιχειρήματος αυτού. Ο John Tagg ισχυρίζεται ότι η μετωπικότητα είναι κύρια τεχνική της ‘ρητορικής ντοκυμανταίρ’ της φωτογραφίας, προσφέροντας αυτό που εικονίζεται για αξιολόγηση (Tagg 1988, 189). Δείχνει ότι ιστορικά το μετωπικό προτραίτο έχει συνδεθεί με την εργατική τάξη και η μετωπικότητα είναι ένας ‘κώδικας κοινωνικής κατωτερότητας’ (Tagg 1988, 37).Η λειτουργία των καθέτων γωνιών σημειώνεται ευρέως
: υψηλές γωνίες (που βλέπουν το εικονιζόμενο πρόσωπο εκ των άνω) ερμηνεύονται ότι κάνουν το πρόσωπο αυτό να μοιάζει μικρό και ασήμαντο. Χαμηλές γωνίες (που κοιτάζουν το άτομο ψηλά εκ των κάτω) λέγεται ότι το κάνουν να φαίνεται ισχυρό και ανώτερο. Οι Kress και van Leeuwen μεταβάλλουν ελαφρά τη θέση αυτή, ισχυριζόμενοι ότι μια γωνία αφ’ υψηλού εικονίζει μια σχέση στην οποίαν ο παραγωγός της εικόνας και ο θεατής έχουν συμβολικά εξουσία πάνω στο παριστώμενο πρόσωπο ή πράγμα, ενώ μια χαμηλή εικόνα εικονίζει μια σχέση στην οποία το εικονιζόμενο πρόσωπο έχει εξουσία επί του παραγωγού της εικόνας και του θεατή (ibid., 146). Εμπειρικές μελέτες υποστήριξαν την ιδέα ότι χαμηλές γωνίες μπορούν να κάνουν αυτούς που εικονίζονται να μοιάζουν ισχυρότεροι με τον τρόπο αυτό, εφ’ όσον αναγνωρίζεται ήδη ότι έχουν κάποιαν εξουσία μάλλον παρά ότι έχουν ίση κοινωνική θέση με το θεατή (Mandell & Shaw 1973; Kraft 1987; McCain, Chilberg & Wakshlag 1977; Tiemens 1970; όπως αναφέρονται όλοι στο Messaris 1997, 34-5;Messaris 1994, 158).
Ο Messaris γράφει ότι μια χαμηλή γωνία συνδυαζόμενη με μια μετωπική άποψη και άμεσο βλέμμα προς το θεατή μπορεί να ερμηνευθεί ως αγέρωχη, εκφοβιστική ή απειλητική, και ότι, όταν η πρόθεση είναι να χρησιμοποιηθούν χαμηλές γωνίες για να προτείνουν ιδιότητες ευγενικές ή ηρωικές, οι πλάγιες όψεις είναι συνηθέστερες (Messaris 1997, 38).Σε οπίσθιες όψεις βλέπουμε την πλάτη ενός εικονιζομένου προσώπου
. Όπως σχολιάζει ο Paul Messaris, «στις συναλλαγές μας με άλλους στην πραγματική ζωή, αυτή η οπίσθια όψη μπορεί να σημαίνει απομάκρυνση ή αποκλεισμό» (Messaris 1997, 24). Σε ταξιδιωτικές διαφημίσεις, όπου υπάρχουν οπίσθιες όψεις ανθρώπων αυτές τείνουν να είναι είτε μακρυνές όψεις τοπίων ή μέσες ή κοντινές όψεις ημίγυμνων σωμάτων σε παραλίες (Messaris 1997, 24-7). Στα τοπία, ο Messaris προτείνει ότι μπορεί να υπάρχουν απόηχοι μιας ζωγραφικής παράδοσης, όπου αυτό σημαίνει απομάκρυνση από τον καθημερινό κόσμο με σκοπό να θαυμάσεις τη θέα της φύσεως. Στα θαλασσινά τοπία, η γυμνή σάρκα σαφώς προκαλεί τη σεξουαλική περιέργεια. Πάντως, και στα δύο, υπάρχει η σιωπηρή πρόσκληση του ‘εύχομαι να ήσουν κι εσύ εκεί’.Σε σχέση με την οπτική γωνία
, οι Kress και van Leeuwen εισηγούνται ότι θα έπρεπε να αναρωτηθούμε «ποιός θα μπορούσε να δει τη σκηνή με τον τρόπο αυτό;» «Πού θα μπορούσε να σταθεί κανείς για να δει τη σκηνή αυτή έτσι, και τι είδους άτομο θα έπρεπε να είναι κανείς για να καταλαμβάνει το χώρο αυτό;» (ibid., 149).Ο
Michael Watson (1970) εντόπισε πολιτιστικές διαφορές στο πόσο άμεσα οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο σε κοινωνική αλληλόδραση. Από τις ομάδες που μελέτησε, έδειξε ότι αυτοί που υιοθετούν την εγγυτερη στάση σε μετωπικό άξονα προσανατολισμού ήταν οι νοτιοευρωπαίοι, ακολουθούμενοι από τους λατινοαμερικανούς και μετά τους Άραβες. Αυτοί που υιοθετούν την πιο πλάγια στάση ήταν Ινδοί και οι Πακιστανοί ακολουθούμενοι από τους βορειοευρωπαίους και τους Ασιάτες (αναφέρεται στο Argyle 1988, 59).